Ήρθε… όπως λέμε: καταιγίδα, κυκεώνας, κατακλυσμός
Από τον Σημειωματογράφο των λέξεων
Μια λίμνη. Μέσα της καθρεφτίστηκε η ζωή μου. Πολλά σαθρά νούφαρα και μια σκιά. Του μυαλού μου. Εκτεταμένη στο σκοτεινό περίγραμμα. Γύρω γύρω δέντρα. Οι άνθρωποί μου. Γέρικα, λυγισμένα, γυμνά, τρυφερούδια. Όλα μαζί σε έναν χορό. Του φεγγαριού. Αγαπώ το φεγγάρι. Ποιος δεν το αγαπά; Μα εγώ το παντρεύτηκα. Για τη συντροφιά του τις άγριες νύχτες. Η νύχτα! Μια παγίδα. Σε αφήνει να τριγυρνάς στα σπλάχνα της κι ενώ σαν ζεστή αγκαλιά σε βαθιομυρίζει, ξαφνικά σε εξοντώνει σαν φοροεισπράχτορας. Κι αν κλείνει τα μυστικά σου σαν επιστολόχαρτα σε σφραγισμένο φάκελο μετά σε εκβιάζει με τη μέθοδο της κλοπής. Της συνείδησης. Μια λίμνη. Μέσα της καθρεφτίστηκε η ζωή μου και πλημμύρησε. Δάκρυα. Περίσσια. Ανέβασαν τη στάθμη. Προσωρινά. Ήρθε καιρός και στέρεψε. Παντοτινά.
Μια άρπα. Στη μέση του ονείρου. Μου έδωσε μια ώθηση, ένα πέταγμα. Προς την ευτυχία. Κι εκείνα τα δάχτυλα. Πως ερωτοτροπούσαν με τις χορδές. Όχι, η μουσική σιωπούσε. Πεισματικά. Προπορευόταν ο έρωτας. Των δαχτύλων. Με την άρπα. Μα τι κρίμα. Λιγοψύχησε πριν την έναρξη. Έμεινε το χειροκρότημα. Να τραντάζει το βάθρο. Και τον θρόνο. Ύστερα ήρθε. Νότα νότα. Αργά ως νύμφη. Νωχελικά ως αλιγάτορας που υποκρίνεται. Ως φίλος, στο χαμόγελο του εχθρού. Ήρθε. Η θλίψη. Κακιά κλέφτρα και μου πήρε τα μαλλιά και το μινόρε. Και ξέρετε τι συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις. Ένας ένας αποχωρούν σκυθρωποί οι φίλοι κι οι γνωστοί, σαν συγγενείς μετά την ανάγνωση της διαθήκης στα συμβολαιογραφικά γραφεία. Θλίψη και μοναξιά. Όπως λέμε Δάμων και Φιντίας.
Ένας θάνατος. Ήρθε. Δεν ήταν η πρώτη φορά. Ήμουν εκεί. Στην άφιξη και στην αναχώρηση. Ακόμα κρυώνω. Και πεινάω. Άσπλαχνος. Ούτε ένα χάδι για ζεστασιά, ένα κομμάτι αγάπη για ξεγέλασμα. Ήρθε. Ήμουν εκεί. Με είδε μα δεν με διάλεξε. Έσταζα φαίνεται ζωή και φοβήθηκε μη βραχεί. Κρίμα. Φορούσα τα καλά μου. Ένα σύννεφο ριγμένο στην πλάτη μου για να ακουμπώ. Μια σειρά χρόνια κρεμασμένα στον λαιμό μου άσπρα και μαύρα μαργαριτάρια. Και ένα χαμόγελο – ερώτηση. Μ` αγαπάς; Εσύ που φεύγεις. Μ` αγαπάς; Κι είναι αρκετή η δική μου αγάπη για να ζεσταίνεσαι όσο θα είσαι στην αγκαλιά του; Γιατί δεν θα είσαι για πάντα το ξέρω. Θα επιστρέψεις. Σαν πεσμένο φύλλο, χιόνι, αστραπή. Αιφνίδια στη μέση του φθινόπωρου θα `ρθεις. Εσύ. Για μένα δεν ξέρω.
Πηγή φωτογραφίας: https://commons.wikimedia.org/w/index.php?search=%CE%9A%CE%91%CE%A4%CE%91%CE%99%CE%93%CE%99%CE%94%CE%91&title=Special:MediaSearch&go=Go&type=image