Σκαραβαίος στο ηλιοβασίλεμα

 

                                                                            Το Διήγημα του Μήνα: Αγάπη Μόνο – Μέρος 1ο 

             

Μεσημέρι Κυριακής.

Ένα σπίτι αποχωριζόταν τους ενοίκους του. Στεκόταν παραμελημένο από τα πολλά χρόνια επέλασης των ενοικιαστών του, που κανένας καθώς φαίνεται δεν το αγάπησε. Χορταριασμένος κήπος, σκουριασμένα κάγκελα, ένα ξερό πηγάδι με μια μαρμάρινη καφετιά πλάκα που σκέπαζε το στόμιο και τη ζωή του. Η πράσινη πόρτα της αυλής έτριζε με τα μπες βγες της Φλώρας, της μιας εκ των ενοίκων που προσπαθούσε να χωρέσει όλο το νοικοκυριό του σπιτιού σ` έναν παλιοκαιρισμένο σκαραβαίο.

-Κάθε χρόνο τα ίδια και τα ίδια όπου και να βρισκόμαστε ξεφυτρώνει, μονολογούσε η Στέλλα.
-Τι παραμιλάς ρώτησε η Φλώρα, σπρώχνοντας με τα πόδια της μια κούτα γεμάτη βινύλια. Η Στέλλα αδιάφορη για τις λαχανιασμένες κινήσεις της αδελφής της άρμεγε την άνοιξη, κόβοντας τα χαμομήλια που είχαν ξεμυτίσει ανάμεσα στις ραγισμένες πλάκες της αυλής. Η Φλώρα αν και ξεθεωμένη από τη μετακόμιση, την κοίταξε με τρυφερότητα συνηθισμένη από τα τερτίπια της αδελφής της, ενώ συνέχιζε να φορτώνει τον κίτρινο σκαραβαίο με τα υπάρχοντά τους.

Έκλειναν για άλλη μια φορά την πόρτα στο παρελθόν, έτοιμες για μια καινούργια αρχή. Δεν γινόταν κι αλλιώς. Τα πράγματα είχαν ζορίσει στη γειτονιά μετά τη γέννηση του Άγγελου. Απροκάλυπτα πια οι γείτονες έδειχναν την περιφρόνησή τους, ιδιαίτερα απέναντι στη Στέλλα που και αυτή με τη σειρά της, δεν έκρυβε την αντιπάθειά της για αυτούς.

Το αυτοκίνητο ήταν τίγκα στα πράγματα, μαξιλάρια, κουβέρτες, τόξα και βέλη, φτερά και πούπουλα ξεχείλιζαν απ’ τα μισάνοιχτα τζάμια. Ο σκύλος κοιμόταν φαρδιά πλατιά πάνω σε όλο αυτό το παράξενο νοικοκυριό και δίπλα του το μωρό της Στέλλας στριμωγμένο κοιμόταν κι αυτό με τα δαχτυλάκια του μπλεγμένα στο περιλαίμιο του Φριτς. Η γειτονιά όρθια στο πόδι παρακολουθούσε την αποχώρησή τους. Η Φλώρα προσπαθούσε να ξεπαρκάρει αλλά απ` τη μία το παρτέρι με τα γεράνια που όριζε την αρχή του πεζόδρομου κι απ` την άλλη η Στέλλα που είχε βγει σχεδόν ολόκληρη έξω απ` το παράθυρο για να χαιρετήσει τους μισητούς της γείτονες έκαναν την προσπάθεια της αδύνατη.
Ήταν δίδυμες αλλά καθόλου ίδιες: η Φρόσω ισχνή και λιγομίλητη με ένα σκούρο πράσινο βλέμμα σαν τη σκιά του βαθύσκιωτου πεύκου, ενώ η Στέλλα αντίθετα θορυβώδης μ` ένα σώμα χυμώδες, ντυμένο με λευκό δέρμα, κολασμένα κόκκινα μαλλιά κι ένα αυθάδες βλέμμα έτοιμο να κατασπαράξει όποιον την έφερνε σε δύσκολη θέση. Τελικά ξεπαρκάρανε κι αφήσανε πίσω τους τα τελευταία δύο χρόνια που είχαν ζήσει εκεί, τους γείτονες αποσβολωμένους με την ξαφνική φιλικότητα της Στέλλας και τη Φλώρα καταϊδρωμένη από την επίπονη προσπάθεια να απεγκλωβίσει το αυτοκίνητο.
Καθώς τελικά το αυτοκίνητο πετάχτηκε με τα χίλια ζόρια στον δρόμο, το αναίτιο σαρκαστικό γέλιο της Στέλλας δυνάμωσε ακόμα περισσότερο αυτή την οσμή λύπης στην ήδη στενάχωρη ατμόσφαιρα της φυγής τους.
Μια ακόμα αποχώρηση, κάτι σαν ελιγμός, χωρίς καμιά αίσθηση ήττας, παρόλο την προσωρινή λύπη στα μάτια της Φλώρας, πάντα με νέα δύναμη, και πολλές προσδοκίες, κόντρα στο προκαθορισμένο πεπρωμένο τους.
Η Στέλλα καθισμένη στη θέση του συνοδηγού με την ποδιά της γεμάτη πολύχρωμα γεράνια που είχε ξεφλουδίσει πριν ακόμα ανέβει στο αυτοκίνητο από το παρτέρι του πεζόδρομου, έψαχνε σταθμό στο ράδιο ενώ συγχρόνως πρόβαρε στη φωνή της κάθε τραγούδι που άκουγε, χωρίς όμως κάποιο να της αρέσει κι έτσι αλλάζοντας ξανά και ξανά τις συχνότητες με τα ραδιοκύματα να εκπέμπουν τα εκνευριστικά χρατσα-χρούτσα ξύπνησε το μωρό που άρχισε να κλαίει και τον Φριτς που ξεκίνησε τη δική του διαμαρτυρία γαυγίζοντας. Η Φλώρα έκλεισε απότομα το ράδιο, κοίταξε ανήσυχα απ` τον καθρέφτη στο πίσω κάθισμα και απεύθυνε σιγοψιθυρίσματα σε μωρό και σκύλο για να ησυχάσουν. Μάταια όμως γιατί εκείνα δεν ησύχαζαν με τα παρηγορητικά της λόγια κι έτσι αναγκάστηκε να σταματήσει δεξιά, ενώ τα περαστικά αυτοκίνητα την κανονιοβολούσαν με τις κόρνες τους, γιατί αυτό που έκανε σε μια τόσο κεντρική λεωφόρο κάθε άλλο παρά ακίνδυνο ήταν. Με απολογητικά νοήματα βγήκε απ` το αυτοκίνητο και πήρε το μωρό στην αγκαλιά της. Εκείνο μόλις φώλιασε στα ζεστά της στήθια σταμάτησε το κλάμα, απολαμβάνοντας το μελωδικό νανούρισμα της Φλώρας.
Ο Άγγελος ήταν απόχτημα τής πιο μακροχρόνιας σχέσης τής Στέλλας με κάποιον μουσικό. Συνήθως δεν κρατούσε άντρα πάνω από μια βδομάδα αλλά μ` εκείνον έμεινε τρεις ολόκληρους μήνες μαζί. Όταν κατάλαβε όμως ότι περίμενε παιδί, τον άφησε σύξυλο, χωρίς να του πει τίποτα για την εγκυμοσύνη της. Αποφάσισε χωρίς πολλή σκέψη να φέρει αυτό το παιδί στον κόσμο και οι εννιά αμέριμνοι μήνες που το κυοφορούσε, δεν προμήνυαν ούτε στο ελάχιστο τον πανικό που ένιωσε να τη κυριεύει όταν για πρώτη φορά άγγιξε το γεμάτο βλέννες σώμα του. Παντελώς ανίκανη ν` ελευθερώσει αγάπη από την βαθιά σκοτεινή ψυχή της, άφησε το μωρό στη φροντίδα της αδελφής της, σίγουρη πως η Φλώρα θα δώσει σ` αυτό το παιδί ότι εκείνη αδυνατούσε να κάνει. Να δώσει…αγάπη, μόνο.
Έτσι και τώρα, αμέριμνη και αδιάφορη για το κλάμα του μωρού, είχε βγει κι αυτή απ` το αυτοκίνητο διπλομουτζώνοντας τους έκπληκτους οδηγούς. Είχε βρει την κατάλληλη ευκαιρία σε αυτή την απρόσμενη στάση του ταξιδιού τους, να στολίσει τελικά το καπέλο της με τα μαδημένα γεράνια που σιγομαραίνονταν στην ποδιά της.
Η Φλώρα στην πολύβουη γωνιά του δρόμου κανάκευε ακόμα τον μικρό Άγγελο κι αφού βεβαιώθηκε πως εκείνος βυθίστηκε κουρασμένος στον ύπνο, τον ξάπλωσε προσεχτικά στο πισινό κάθισμα, έδωσε ένα φίλεμα στον Φριτς για να μείνει ήσυχος και πλησίασε την αδελφή της που βλαστημούσε ως συνήθως. Αυτή τη φορά οι βρισιές της αφορούσαν τον αέρα που σκόρπιζε στην μαύρη άσφαλτο τα γεράνια της.
– Τσιγάρο; της είπε και της το έβαλε στο στόμα χωρίς να περιμένει απάντηση. Ανάψανε κι οι δυο καθισμένες στο πεζούλι του δρόμου. Η Στέλλα αφηρημένη πάσχιζε ακόμα, χωρίς καμιά επιτυχία να φτιάξει τα γεράνια στο καπέλο της ενώ η Φλώρα χωρίς πολλές περιστροφές της είπε για χιλιοστή φορά στο διάστημα των τελευταίων μηνών.
– Έπρεπε να του το είχες πει. Αν ήξερε, τώρα θα ήσουν…Συνεχίζεται

Το δεύτερο μέρος από το Διήγημα του Μήνα: Αγάπη μόνο θα δημοσιευτεί στις  12 Απριλίου 2022

Η φωτογραφία αντλήθηκε από : https://www.shutterstock.com/el/search/similar/1707370723

Άννα Ρω

Μεταξύ άλλων έχω επιλέξει να είμαι συγγραφέας. Μ` αρέσει ο δρόμος της ποίησης. Και του θεάτρου. Γράφω ότι μου υπαγορεύει ο νους μου. Άλλοτε μικρές ιστορίες, άλλοτε στίχους, άλλοτε μακρά οδοιπορικά και υπογράφω τα άρθρα και τα συγγραφικά μου έργα ως Άννα Ρω.

Αφήστε ένα σχόλιο