Μέχρι πότε
Ναι ήμουν μόνη
αλλά δεν ήμουν.
Ένα μπαλόνι γύρω μου
και κάτι σάλια.
Γλυκά, θρεπτικά.
Στην αρχή δεν άκουγα…
Μόνο έναν χτύπο κάπου στο πάνω μου μέρος.
Ύστερα το μπαλόνι μίκραινε,
κάτι απροσδιόριστο ξεψυχούσε μες τα θολά νερά.
Ψίθυροι.
Με φόβιζαν.
Σαν να μου ΄λεγαν…
Μην βγεις, μην βγεις!
Και το μπαλόνι να σπάσει, μην βγεις!
Πνίξου! Μην βγεις!
[…]
Το μπαλόνι δεν μίκραινε,
εγώ μεγάλωνα κι απειλούσα τα τείχη του.
Έφτανε η ώρα
κι η καρδιά μου φρένιασε.
Ένας χτύπος ακόμα
και το μπαμ θα έκρωζε…
Μην βγεις!
Ο κόσμος θα έκρωζε…
Μην βγεις!
Μα δεν ήξερα το βου το γ το ει το ςς
Δεν ήξερα το μη!
Και βγήκα.
Γεμάτη λέπια και δάκρυα.
Βγήκα.
Κρεμασμένη ανάποδα
στου τσιγκελιού το παγωμένο σίδερο
με θέα τα κάτω του κόσμου
κι ένα κεφάλι πρώτο επαναστάτη
που αρνείται να σκύψει.
Βγήκα!
Κι έπιασα χορό με τις σκιές γύρω μου
κι άπλωσα τα χέρια μου σ` ενός μαστού τα χείλη
μαγκώθηκα σε πέντε δάχτυλα ανάμεσα
-πόρτες και συρματοπλέγματα μαζί.
Βγήκα…
κι έχασα τη θάλασσα μου
τους υγρούς στροβιλισμούς μου˙
τώρα στεριά, στοιχειά και στριγκλιές.
Μόνο ένα απαλό γλυκομίλημα
καλούσε τον ήλιο στιγμή στιγμή μέσα στο σώμα μου
τόσο, που ξέπλυνε τη χρυσή απ` τα μάτια μου
κι ελάφρυνε το σώμα μου απ` τα αποξηραμένα λέπια
κι ένα ποτάμι
λευκό, ζεστό, γλυκό
να στάζει στης γλώσσας μου τη φλοίδα
και να με ποτίζει.
Εμένα από τότε.
Μέχρι πότε;
Το δωμάτιο γεμάτο στάλες.
Πηγή φωτογραφίας:https://pixabay.com/photos/the-germ-life-baby-sphere-ball-4559964/