Σημειωματάριο της Μαρίας Σωτηροπούλου
Μ.Μ.
Βρέχει μνήμη.
Ενώ είναι ένα τυχαίο απόγευμα.
Κρατάω έναν Ιούλη από το χέρι.
Να με γυρίσει από τη θάλασσα.
Φοβάμαι να περάσω μόνη μου το νερό.
Τυχαίο γεγονός ο Αύγουστος.
Σκαρφαλώνει στην πιο ψηλή σελήνη του.
Και με κοιτάει.
Τι είναι αυτό το χάρτινο που καίγεται στο χέρι σου;
Λέω για μια στιγμή να του πω ότι είναι βαρκούλα.
Να σκάσει.
Αλλά του έχω θυμώσει.
Δεν του μιλάω του Αύγουστου.
Τρέχω από δω κι από κει
Περνάω δρόμους και κοχύλια
Περνάω συναντήσεις σε βεράντες και βανίλιες σε ποτήρια λουλουδάτα.
Περνάω επιστροφές στο σπίτι ξημερώματα
Και γέλια δυνατά
Καλοκαιρινά φορέματα και κίτρινα ηλιοτρόπια.
Και κάνω ότι δεν τον βλέπω, αχ με συγχωρείς, είσαι κι εσύ εδώ;
Δεν σε πρόσεξα.
Τι είναι αυτό το χάρτινο στο χέρι σου που του καίγεσαι;
Λες και δεν ξέρει.
Είναι δάκρυα που γυρνάνε προς τα μέσα.
Είναι όνομα χωρίς γιορτή.
Είναι θαλασσόξυλο νομοτελειακά μόνο του.
Τι σόι Αύγουστος είναι αυτός που μου κάνει ερωτήσεις;
Χάρτινη βαρκούλα είναι.
Εντάξει;
Τι είναι αυτό που κρατάς στο χέρι σου;
Ένα βράδυ Σαββάτου είναι.
Ένα τελευταίο αστείο.
Δεν είπα αντίο, είπα γειά.
Και το αδέσποτο σκυλί
που όλοι φωνάζουν
με τον πιο δικό μου ήχο.
Φωτογραφία: Μαρία Σωτηροπούλου